Η ΦΩΝΗ ΤΗΣ ΑΛΗΘΕΙΑΣ
ΤΕΛΟΣ ΣΤΗΝ ΠΑΡΑΠΛΗΡΟΦΟΡΗΣΗ

Πέμπτη 9 Ιουλίου 2015

ΣΤΟΝ ΑΠΟΗΧΟ ΤΟΥ ΔΗΜΟΨΗΦΙΣΜΑΤΟΣ


Πλησμονή απάτης και ανευθυνότητος

Οι πολιτικές ηγεσίες της χώρας μας έδειξαν και πάλι ότι είναι κατώτερες των περιστάσεων.
Αντιμετώπισαν τη διαχείριση ενός δημοψηφίσματος.
Ως ερώτημα του δημοψηφίσματος ετέθη «ΟΧΙ ή ΝΑΙ στις προτάσεις που έκαναν στη χώρα μας οι εταίροι την 25-6-2015», οι οποίες ήταν δυσμενείς για μας.
Αμέσως το ερώτημα αυτό, ως ερώτημα, προκάλεσε τη θυμηδία των πολιτών, των απλά ενημερωμένων ή υποψιασμένων. Γιατί δεν αποτελούσε κανένα γεγονός, ήταν απλά μια πρόταση διαπραγμάτευσης, που μάλιστα δεν είχε κλείσει και βρισκόταν σε εξέλιξη.
Υπό την βεβαιότητα αυτή δεν αποτελούσε ύψιστο και επείγον πρόβλημα, από το οποίο κινδύνευαν άμεσα συμφέροντα της χώρας. Πέραν του γεγονότος ότι η σπερματική δομή των επί μέρους προτάσεων, που ήταν κυριαρχική των διαπραγματεύσεων, αφορούσαν σε θέματα δημοσιονομικού χαρακτήρα απτόμενα της σύνθεσης και εφαρμογής του Πορϋπολογισμού της Χώρας. Εδώ αποκλείεται ευθέως από το Σύνταγμα η διεξαγωγή δημοψηφίσματος. Αλλά η «λεπτομέρεια» αυτή παρεκάμφθη από όλο το πολιτικό μας σύστημα.
Την επόμενη της εξαγγελίας του ερωτήματος αυτού, οι Έλληνες πολίτες εμβρόντητοι, πληροφορούνται από τα διεθνή μέσα ενημέρωσης ότι αυτή η πρόταση είχε αποσυρθεί. Επομένως δεν υπήρχε τυπικά και ουσιαστικά έστω πρόταση, την οποία έπρεπε να απορρίψουμε ή αποδεχθούμε.
Η Κυβέρνηση επιβεβαίωσε το γεγονός αυτό και επέμεινε στη διενέργεια του δημοψηφίσματος με το ίδιο περιεχομένο.
Αλλά για κάθε απλό πολίτη που σέβεται τον εαυτό του, είναι φανερό ότι δεν έχει περιεχόμενο το ερώτημα, είναι ασαφέστατο, δίδει ο καθένας όποια ερμηνεία θέλει και προπάντος δίδει το δικαίωμα σε πλείστους να υποψιαστούν ότι οδηγεί: εκτός ΕΥΡΩ και στη δραχμή. Γι’ αυτό και υποχρεώθηκε η Κυβέρνηση να «ερμηνεύει» συνέχεια το ερώτημα, ότι εννοούμε ΟΧΙ εντός της Ευρωζώνης και της Ευρώπης, χωρίς αυτό βέβαια να προκύπτει από το ερώτημα.
Γι’ αυτό το ερώτημα αυτό, δεν ήταν για δημοψήφισμα, ήταν μαγική εικόνα για φυλλάδια εικονογραφημένα, όπου ο καθένας έδινε τη δική του εξήγηση, όπως δηλαδή του πήγαινε το πολιτικό κοστούμι που φορούσε. Έτσι άλλος του άρεσε να βλέπει στο βάθος τη δραχμή και την έξοδο από την ΕΥΡΩΖΩΝΗ, άλλος να βγάζει τα απωθημένα του από συγκεκριμένους πολιτικούς ή από παλαιά κόμματα, μέχρι που άλλος δυστυχής να λέει ότι «δεν έχω τίποτε, τι άλλο έχω να χάσω».
      Στο κρίσιμο αυτό σημείο σύμπασα η Αντιπολίτευση διέπραξε άλλο ένα κεφαλαιώδες σφάλμα, που έδειξε την παντελή έλλειψη πολιτικού αισθητηρίου, αλλά και υπευθυνότητας  έναντι της Πατρίδος.
Βάλθηκε να ερμηνεύσει το ΑΝΥΠΑΡΚΤΟ περιεχομένου ερώτημα, αποδεχόμενη και  νομιμοποιούσα αυτό με την αντιπαράθεση στο ΟΧΙ του ΝΑΙ, που το ερμήνευσε ΝΑΙ στην Ευρώπη, ΝΑΙ στο ΕΥΡΩ.
Πολλοί από εμάς τους απλούς πολίτες διαβιβάσαμε όπου δει την πρόταση αποτροπής της οποιασδήποτε ερμηνείας και την επιβολή στην Κυβέρνηση υποβολής νέου σαφούς και ακριβούς ερωτήματος, όπως ορίζει το Σύνταγμα. Εάν δεν απεδέχετο η Κυβέρνηση την λογική και νόμιμη αυτή πρόταση, τότε η Αντιπολίτευση να απειλούσε ΑΠΟΧΗ και να την πραγματοποιούσε. Δεν ήθελε να εφαρμόσει την πρόσφατη λαϊκή εντολή των βουλευτικών εκλογών, είχε πλέον στάδιον δόξης λαμπρόν να την εφαρμόσει με το Δημοψήφισμα.
Η Κυβέρνηση έφερε τη Χώρα στο έσχατο οικονομικό της επίπεδο, αυτή είναι υποχρεωμένη να το ολοκληρώσει.
Δεν την εμποδίζει κανείς. Δεν χωρεί λιποταξία.
Οι ταγοί  λοιπόν της Αντιπολίτευσης δεν άκουσαν κανένα και ενεφανίσθηκαν ως υπεύθυνα Κόμματα, τα οποία είναι αδιανόητο να μην λαμβάνουν θέσεις εν προκειμένω. Λες και η Κυβέρνηση Τσίπρα ελάμβανε θέση δια του ερωτήματος αυτού.
Μικρόνοες και πολιτικοί νάνοι δεν αντιλαμβάνοντο  ότι λέγοντας «ΝΑΙ» συνειρμικά επιβεβαίωναν τους ισχυρισμούς των Κυβερνητικών, που τους κατηγορούν ότι αυτοί δεν λένε σε όλα ΝΑΙ, όπως έκαναν εκείνοι, αλλά διαπραγματεύονται και λένε ΟΧΙ.
Βέβαια δεν μπορώ να κρύψω τη συμπάθεια και τον θαυμασμό μου σ’ αυτούς τους οπαδούς του ΝΑΙ, αφού και υπό την αυθαίρετη ερμηνεία του ερωτήματος από την Κυβέρνηση, αποδέχθηκαν να επιβαρύνουν τον εαυτό τους από τα πρόσθετα βάρη που φέρνει το ΝΑΙ, αναδεικνυόμενοι ως πραγματικοί Ευρωπαίοι σε στίβο, όπου μόνον οι Ελβετοί πολίτες μέχρι σήμερα έχουν ψηφίσει επιβολή φορολογικού βάρους στον εαυτό τους.
Το αστείο είναι ότι τη θέση αυτή ασπάζονταν και αρκετοί φίλοι, επιστήμονες, ιδιαίτερα των θετικών επιστημών, σε τέτοιο σημείο ώστε με έβαλαν σε σκέψεις να επανεξετάσω  τα σχέδια στατικής αντοχής του σπιτιού μου.
Η ένδεια των πολιτικών επιχειρημάτων τους ήταν τόσο ρηχή και επιδερμική ώστε μόνο από επιπολαιότητα και αχρησία των νευρώνων του εγκεφάλου εδικαιολογείτο.
Γιατί είναι αδύνατον να μην δύνανται όλοι αυτοί οι κύριοι να αντιληφθούν ότι ένας εκλογικός αγώνας και δη δημοψηφίσματος, πρέπει να έχει ΗΓΕΣΙΑ, που να τον υπηρετεί και να τον κατευθύνει.
Η συμπαθητική συμμετοχή αξιόλογων θεσμικών ανθρώπων στο πλήθος της πλατείας, δεν παρέχει τα εχέγγυα εκλογικής ηγεσίας. Ούτε είναι ηγεσία, γι’ αυτό και το έλλειμμα παρουσίας του ΝΑΙ στα εκλογικά τμήματα και στη μάχη της αφίσσας. Ήταν ανύπαρκτοι.
Βέβαια ο Λαός μας απεφάνθη. Και πλέον ύστερα από τις Κυβερνητικές δηλώσεις μετά το Δημοψήφισμα, ότι το ΟΧΙ εννοείται μέσα στο ΕΥΡΩ, υπάρχει και σχετική ηρεμία.
Τώρα διανοίγεται ένα καινούργιο κεφάλαιο, με νέα διαπραγμάτευση με τους εταίρους.
Ελπίζω να ξεχαστούν οι μέχρι τώρα τακτικές επηρεασμού της κοινής γνώμης δια της διατυπώσεως και διαδόσεως από  διάφορες μεριές αντιφατικών δήθεν γνωμών και κατ’ επανάληψη, ώστε οι πολίτες να χάσουν τον μπούσουλα και να μην καταλαβαίνουν τι τους γίνεται και να καταλήγουν άβουλα όντα για την πολιτική τους επιλογή.
Προς αποφυγή είναι και οι αναδεικνυόμενοι «ρήτορες» του Κομματικού μηχανισμού που ομιλούν συνεχώς και επί τα ίδια πράγματα, ώστε να σιχαίνεται ο πολίτης να πλησιάσει την πολιτική διαδικασία.
Έπειτα η πανουργία, τα ψέμματα που επαναλαμβάνονται συνεχώς και η ασυνέπεια λόγων και πράξεων και ιδία κατά την πορεία των συνεννοήσεων και των διαπραγματεύσεων, να μην ζηλώσουν δόξαν εκ του προηγούμενου πενταμήνου και να αχθούν οι διαπραγματευτές μας σε μια χρήσιμη συμφωνία, η οποία γνωρίζομε ότι δεν θα είναι η καλύτερη για την Πατρίδα μας και δη έναντι προηγουμένων. Εν τούτοις είναι απαραίτητη.


                                                    ΓΙΑΝΝΗΣ ΚΑΖΑΚΟΣ