Η ειδοποιός διαφορά
της τρομοκρατίας
Σκέφτηκα
ότι ο πολιτισμός μιας χώρας διακρίνεται
από το σύνολο κυρίως των πνευματικών, αλλά και υλικών δημιουργημάτων των ανθρώπων που κατοικούν τη χώρα αυτή.
Είναι ο βαθμός ανάπτυξης των υλικών και πνευματικών συνθηκών της κοινωνικής ζωής του ανθρώπου σε μια εποχή. Και πάντοτε υπάρχει περιθώριο περαιτέρω ανάπτυξης αυτού, όταν μάλιστα η
επιστημονική και τεχνολογική πρόοδος κάνει ασύλληπτους βηματισμούς στο χρόνο
και στον πλανήτη μας.
Πάντοτε
με έθελγε ο προηγμένος αρχαιοελληνικός
πολιτισμός. Όχι από σοβινιστική διάθεση. Αλλά από μια συγκριτική αναφορά
στη ζωή και στην πνευματική κατάσταση των συγχρόνων Λαών της εποχής εκείνης.
Δεν
θέλω ν’ αναμνησθώ της προόδου στις επιστήμες (φιλοσοφία, μαθηματικά,
αστρονομία, ρητορική κ.λ.π.) και στις Καλές Τέχνες (Αρχιτεκτονική, γλυπτική,
υδραυλική κ.λ.π.). Εκείνο που έχει
μείνει ξεχωριστό στη μνήμη μου είναι η
συμπεριφορά του βασιλιά της Σπάρτης μετά την νικηφόρα μάχη των Πλαταιών, όταν
του έφεραν το πτώμα του Μαρδονίου (στρατηγού των Περσών) και του ζήτησε ο επί κεφαλής να το
κατακρεουργήσουν και να του κόψουν το κεφάλι, όπως έκαναν οι Πέρσες στο πτώμα
του Λεωνίδας στις Θερμοπύλες.
Και
ο Σπαρτιάτης βασιλιά απάντησε: Εμείς
είμαστε Έλληνες, δεν θα κάνουμε ότι κάνουν οι βάρβαροι. Και διέταξε να
μείνει άθικτο το σώμα του νεκρού.
Από τότε έτρεξε πολύ
νερό στο μύλο του Πολιτισμού.
Ήλθε
και η εποχή που η ευαισθησία, η εκλέπτυνση και η φιλοσοφική τάση του Δικαίου,
σε μεγάλη μερίδα του επιστημονικού
κόσμου και των Ευρωπαϊκών κυρίως κοινωνιών, ανάγκασαν τα Κράτη τους να
καταργήσουν την ποινή του θανάτου. Ποταμοί μελάνης χύθηκαν για να πεισθούν
οι Κυβερνήσεις να νομοθετήσουν την κατάργηση αυτή, που την ήθελαν οι Λαοί τους.
Εν τούτοις δεν έγινε
δεκτή η κατάργηση της θανατικής ποινής σε όλον τον λεγόμενο «πολιτισμένο» κόσμο. Παρ’ όλα αυτά οι κοινωνίες των
Κρατών αυτών δεν μπορούμε να πούμε ότι στερούνται Πολιτισμού. Πολύ περισσότερο
όταν σε ένα Κράτος, όπως οι Η.Π. της Αμερική, οι μισές πολιτείες έχουν
κατάργηση την ποινή του θανάτου και οι άλλες μισές τη διατηρούν.
Ο
σύγχρονος Πολιτισμός δεν βλέπει την ποινική αξίωση της Πολιτείας ως πράξη
αντεκδίκησης. Περισσότερο την βλέπει ως τιμωρητική πράξη που οδηγεί σε
σωφρονισμό και επανένταξη του εγκληματία στην κοινωνία. Και αυτό είναι
επιστημονικά ορθό και ηθικά αποδεκτό. Βασική σημασία έχει η προσωπικότητα του
δράστη.
Και
αυτό ύστερα από μία μακρά συνήθως διαδικασία της ποινικής δικαιοσύνης, όπου της
κάθε εγκληματικής πράξεως επελήφθησαν δύο και τρία Δικαστήρια για να καταλήξουν
στην τελική ποινή. Και η Πατρίδα μας
ορθώς έχει προσχωρήσει στην κατάργηση της θανατικής ποινής, παρ’ ότι πολλοί
εξακολουθούν να έχουν αντίθετες γνώμες.
Τον
τελευταίο καιρό μάλιστα ογκούται το κύμα των αντιδράσεων για την κατάργηση της
θανατικής ποινής.
• Παρά
πολλούς έχει προβληματίσει η δραστηριότητα της σύγχρονης τρομοκρατίας, στο τόπο
μας.
Εδώ
προσπαθούν να εξηγήσουν το φαινόμενο με διάφορες πολιτικές πλατφόρμες, με φιλοσοφικές
αναφορές σε αναρχισμό, αυτονομισμό κ.λ.π.
Κατά
τη γνώμη μου τα πράγματα είναι απλά. Δεν
έχει να κάνει ούτε με Νόμους, ούτε με φιλοσοφίες. Αυτές είναι το πρόσχημα.
Το πρόβλημα με τη
σύγχρονη τρομοκρατία είναι θέμα κυρίως και πρωτίστως η θ ι κ ό.
Κάποτε
η θανατική ποινή επεβάλλετο από την Πολιτεία, αφού ακουγόταν ο κατηγορούμενος,
έφερνε τους μάρτυρές του, προσέφευγε σε δύο ακόμη δικαστήρια με διαφορετικούς
πάντοτε δικαστές, ασκούσε όλα τα ένδικα μέσα που του παρέχει ο Νόμος, ακόμη και
το δικαίωμα να ζητήσει «χάρη» από τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας.
Δεν επεβάλλετο
μόνον η θανατική ποινή, αλλά έως ότου εκτελεσθεί περνούσε «σαράντα
κύματα» από νόμιμες ενέργειες για αναστολή εκτέλεσής της, που πολλές φορές
εγένετο.
Λίγες
φορές και μόνον σε περιπτώσεις που ενείχαν περαιτέρω αναγκαιότητα οι εκτελέσεις
της θανατικής ποινής, επραγματοποιούντο.
Χαρακτηριστική
περίπτωση είναι του Γάλλου ποιητή και εκδότη Μπραζιγιάκ, που συνεργάστηκε κατά τη διάρκεια της Κατοχής στη
Γαλλία με τους Γερμανούς και μετά την απελευθέρωση συνελήφθη, δικάστηκε και
καταδικάστηκε σε θάνατο.
Τότε
για τη μη εκτέλεση τη ποινή, επικαλούμενοι πάντοτε ανθρωπιστικούς λόγους,
έκαναν έντονες παραστάσεις διακεκριμένα μέλη της Γαλλικής πνευματικής ζωή, όπως ο Αλμπέρ Καμύ και πολλοί άλλοι, οι οποίες απερρίφθησαν από το Ντε – Γκώλ,
ο οποίος είπε το περίφημο «Η τέχνη δεν
εξιλεώνει τα εγκλήματα».
Είπαμε
ότι είναι κατ’ εξοχήν ηθικό το θέμα. Διότι δεν
δικαιολογείται από κανένα κανόνα ανθρώπινο κάποιες ξεχωριστές ομάδες πολιτών να
θέλουν να εφαρμόσουν από μόνοι τους τη «θανατική ποινή», αυτοαναγορευόμενοι
εισαγγελείς, δικαστές και εκτελεστές, ελαυνόμενοι από την αυθαίρετη σκέψη
της παντογνωσίας και του αλάθητου της φαντασιακής τους συγκυρίας.
Ούτε
τους δίνει το δικαίωμα αυτό η πάλη κατά του πολιτικού συστήματος της φαυλότητας
των μονοπωλίων και του καπιταλισμού ή του δικαιώματος της συλλογικής ευθύνης.
Έτσι
δολοφονούσαν οι Ναζί τους Έλληνες την κατοχή, έτσι ο Στάλιν έδωσε εντολή
εκτέλεσης 5.500 Ουκρανών.
Η
δολοφονία του Παύλου Μπακογιάννη δεν έγινε γιατί ο άνθρωπος είχε διαπράξει
κάποιο συγκεκριμένο έγκλημα, αλλά ως εκπρόσωπο μιας πολιτικής που οι εκτελεστές
του την έκριναν εγκληματική.
Η
αυθαίρετη φαντασιακή θεώρηση μιας κατάστασης, που δεν έχει σχέση με την
πραγματικότητα λέγεται σχιζοφρένεια.
Και
ορθώς ο αμφιλεγόμενος Π. Τατσόπουλος έθεσε
τελευταία το θέμα της «πολιτικής δολοφονίας» λέγοντας ότι:
αν βγαίνοντας από το
στούντιο σκοτώσω τον αντίθετο πολιτικά συνομιλητή μου στα πάνελ και δηλώσω ότι
το έκανα για πολιτικούς λόγους,
αυτό το γεγονός δεν
θα τον έκανε λιγότερο δολοφόνο.
Αλλά
η ενέργεια των δολοφονικών αυτών πράξεων
θα έλεγα ότι είναι και «ανήθικη».
Και δεν είναι καθόλου γενναία. Διότι:
ο «εκτελεστής» γνωρίζει εκ των προτέρων ότι και αν συλληφθεί και καταδικαστεί, δεν
πρόκειται να του απαγγελθεί η ποινή του θανάτου.
Αυτή
η ειδοποιός διαφορά του εγκλήματος της τρομοκρατίας, δημιουργεί τεράστιους
κινδύνους για την κραταίωση στη Χώρα μας της κατάργησης της θανατικής ποινής.
Δεν πρέπει να διαφεύγει της προσοχής και
της μνήμης μας, ότι σε παρόμοιες περιπτώσεις στη Γερμανία τα μέλη της Μπάαντερ
– Μάϊνχοφ εξεμέτρησαν το ζην στα «λευκά» κελιά τους, χωρίς να εκτελεστούν. Εδώ
οι καταδικασθέντες για όμοιες περιστάσεις παίρνουν «άδειες αναψυχής». Και σωστά, λέμε, ότι πράττει το
σωφρονιστικό μας σύστημα. Γιατί τιμούμε τον Πολιτισμό μας. Αλλά μήπως και αυτό
αποτελεί δική μας σχιζοφρένεια;
Γ.Κ.